H ζήλια και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα αδέλφια είναι φυσιολογικά και, μάλλον, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν σταματούν ποτέ να υπάρχουν. Τα προβλήματα ξεκινούν όταν οι εντάσεις δεν εξομαλύνονται εύκολα και τα παιδιά δεν ηρεμούν με κάποιο τρόπο. Όταν τα πειράγματα ξεπερνούν τα όρια, τα χτυπήματα στα παιχνίδια τους καταλήγουν σε επικίνδυνες βολές και οι προσβολές μεταξύ τους ντροπιάζουν την αυτοεκτίμησή τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι γονείς χρειάζεται να παρέμβουν πιο δυναμικά για να οριοθετήσουν την κατάθεση.
Πιο συχνά εκδηλώνονται διαφωνίες και τσακωμοί ανάμεσα σε αδέρφια που έχουν μικρή διαφορά ηλικίας ή είναι του ίδιου φύλου. Αυτό συμβαίνει γιατί, σε αυτή την περίπτωση, νιώθουν ότι έχουν περισσότερα να μοιράσουν και να συγκρίνουν, παρόμοιες ανάγκες, δικαιώματα και υποχρεώσεις και έτσι αναπτύσσεται μεγαλύτερος ανταγωνισμός μεταξύ τους. Το καθένα θέλει να επικρατήσει το δικό του και θυμώνει όταν δεν αποκτά αυτό που θέλει.
Επίσης, η σχέση ανάμεσα στις αδερφές τείνει να είναι πιο καλή και με μεγαλύτερη εκδήλωση οικειότητας σε σύγκριση με τη σχέση ανάμεσα σε αδερφούς που, συνήθως είναι πιο ανταγωνιστική. Τέλος, συγκεκριμένες περιστάσεις στην οικογένεια μπορεί να ευνοήσουν την αντιζηλία και τη σύγκρουση ανάμεσα στα αδέρφια. Για παράδειγμα, ένα μεγαλύτερο παιδί μπορεί να επωμιστεί την ευθύνη για ένα μικρότερο παιδί και το γεγονός αυτό να δημιουργεί απωθημένα στη σχέση τους.
Κατά τη διάρκεια της έντασης, όμως, είναι καλό οι γονείς να μην επεμβαίνουν αμέσως μόλις αρχίζει ένας τσακωμός ανάμεσα στα παιδιά αλλά να περιμένουν λίγο μήπως τα παιδιά μπορέσουν να επιλύσουν μόνα τους τη διαφωνία τους. Αν όμως η ένταση παραταθεί και, κυρίως, όταν αρχίζουν να μιλούν άσχημα το ένα στο άλλο ή και να χτυπούν το ένα το άλλο πρέπει να παρέμβουν για να δουν τι συμβαίνει και για να δώσουν στα παιδιά την ευκαιρία να εκφράσει το καθένα πιο ήρεμα την άποψή του. Για τα παιδιά είναι δύσκολο εκείνη τη στιγμή να ακούσουν νέα πράγματα. Γι’ αυτό και οι γονείς μπορούν να είναι αργότερα πιο διδακτικοί. Εκείνη τη στιγμή όμως μπορούν να δείξουν στα παιδιά πώς θα μπορούσε το καθένα να κάνει μια αμοιβαία υποχώρηση ή να πει κάτι με πιο ήρεμο τρόπο για να λυθεί η σύγκρουση. Μπορούν επίσης να θυμίσουν στα παιδιά τη συμφωνία που έχουν κάνει για τις συνέπειες, ή την «τιμωρία» που έχουν συμφωνήσει όταν συμβαίνουν τέτοιοι τσακωμοί. Για παράδειγμα, ότι ο καθένας πάει στο δωμάτιό του, ή ότι δεν βλέπουν τηλεόραση. Τέλος, βέβαια, είναι σημαντική η συνέπεια στην επιβολή των κανόνων που έχουν συμφωνηθεί.
Γενικότερα όμως είναι σημαντικό οι γονείς να μην παρεμβαίνουν μόνο όταν προκύπτουν τσακωμοί ανάμεσα στα αδέρφια γιατί έτσι εκείνα νιώθουν ότι μόνο με τους καβγάδες λαμβάνουν προσοχή και «επιβραβεύονται» για τις συγκρούσεις τους.
Τα παιδιά μπορούν να μάθουν να διεκδικούν αυτά που θέλουν με κατάλληλο τρόπο αλλά και με πιο αποδεκτούς τρόπους έκφρασης του θυμού, της απογοήτευσης, της ζήλιας, της δυσαρέσκειας ή άλλων αρνητικών συναισθημάτων, ώστε να μην τα εκφράζουν μέσα από καβγάδες. Τα συναισθήματα, όσο αρνητικά κι αν είναι, δεν είναι κακά. Κακός και μη αποδεκτός μπορεί να είναι μόνο ο τρόπος με τον οποίο αυτά εξωτερικεύονται, δηλαδή με μια συγκεκριμένη συμπεριφορά.
Η σχέση ανάμεσα στα αδέρφια είναι πολύτιμη και τα συνοδεύει μέχρι τα βαθιά τους γεράματα. Οι κοινές εμπειρίες και οι αναμνήσεις, ο κοινός κώδικας επικοινωνίας αποτελούν ένα σημαντικό στήριγμα στις δύσκολες στιγμές της ζωής τους. Τα αδέρφια, εκτός από πεδίο εκδραμάτισης ή και εκτόνωσης ενδοψυχικών ή άλλων συγκρούσεων αποτελούν και ένα καταφύγιο στις δύσκολες στιγμές της ζωής. Όλοι οι άνθρωποι, ιδιαίτερα σε μεγαλύτερες ηλικίες, αναζητούν ένα τέτοιο καταφύγιο, μια σχέση για την οποία δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν πολύ για να την διατηρήσουν ή για να επικοινωνήσουν ουσιαστικά.
Γράφει: η Ειρήνη Τζελέπη, Συμβουλευτική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Pg.Dipl., MSc., City University, Λονδίνο, irini.tzelepi@yahoo.gr
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου