Πως οργανώνεται και κατακτιέται το λεξιλόγιο σ’ ένα παιδί και ποιες οι συναφείς δυσκολίες του ;
Η σημασία που προσδίδουμε στην λέξη σχετίζεται με την γνώση μας για τον κόσμο και συνεχίζεται εφ’ όρου ζωής η κατάκτηση νέων λέξεων, αλλά και η εκμάθηση νέων ερμηνειών για ήδη γνωστές λέξεις.
Η κατάκτηση του λεξιλογίου είναι ανάλογη με την ανάπτυξη των γνωστικών λειτουργιών του παιδιού. Ξεκινάει από την βρεφική ηλικία, στο τέλος του 1ου έτους, στην οποία τα παιδιά κατανοούν πρώτα τις έννοιες, δηλαδή τις σημασίες που σχετίζονται με γεγονότα και θέματα, που τους ενδιαφέρουν, καθώς αυτές είναι απαραίτητες για να κατανοηθούν και να αφομοιωθούν καινούριες έννοιες. Έτσι με μια λέξη, πχ κούκλα, εννοούν μια ολόκληρη φράση, πχ δώσε μου την κούκλα ή κοίτα την κούκλα.
Η σημασία που προσδίδουμε στην λέξη σχετίζεται με την γνώση μας για τον κόσμο και συνεχίζεται εφ’ όρου ζωής η κατάκτηση νέων λέξεων, αλλά και η εκμάθηση νέων ερμηνειών για ήδη γνωστές λέξεις.
Η κατάκτηση του λεξιλογίου είναι ανάλογη με την ανάπτυξη των γνωστικών λειτουργιών του παιδιού. Ξεκινάει από την βρεφική ηλικία, στο τέλος του 1ου έτους, στην οποία τα παιδιά κατανοούν πρώτα τις έννοιες, δηλαδή τις σημασίες που σχετίζονται με γεγονότα και θέματα, που τους ενδιαφέρουν, καθώς αυτές είναι απαραίτητες για να κατανοηθούν και να αφομοιωθούν καινούριες έννοιες. Έτσι με μια λέξη, πχ κούκλα, εννοούν μια ολόκληρη φράση, πχ δώσε μου την κούκλα ή κοίτα την κούκλα.
Μέχρι 18 μηνών αναπτύσσουν ένα λεξιλόγιο 50 λέξεων. Ακολουθεί μια περίοδος λεξιλογικής έκρηξης, όπου το παιδί μαθαίνει κατά μέσο όρο 9-10 λέξεις την ημέρα. Γύρω στα 2 χρόνια τα παιδιά είναι σε θέση να ακολουθούν σύνθετες οδηγίες, να κατανοούν μερικές εκατοντάδες λέξεις, το εκφραστικό τους λεξιλόγιό να αποτελείται από 200 περίπου λέξεις και αρχίζουν να αναπτύσσουν την ικανότητα δημιουργίας σύνθετων προτάσεων. Οι έννοιες ταξινομούνται σε κατηγορίες με μια ιεραρχική δομή. Ένα παράδειγμα που θα μπορούσε να εξηγήσει την δομή αυτή είναι το εξής: το ανώτερο επίπεδο κατηγοριοποίησης (π.χ. η γενική κατηγορία «φαγητά»), το βασικό επίπεδο (π.χ. διάφορα είδη φαγητών όπως φρούτα, όσπρια, λαχανικά, ζυμαρικά κ.τ.λ.), το κατώτερο επίπεδο (π.χ. μήλο- μπανάνα κτλ, φακές-φασόλια κτλ ντομάτες- πατάτες κτλ, πέννες- σπαγγέτι κ.τ.λ.).
Γνωστικοί μηχανισμοί κατάκτησης του λεξιλογίου, που πραγματοποιούνται μετά τον 2ο χρόνο, εντοπίζονται στην ταξινόμηση των εννοιών σε κατηγορίες και τις σχέσεις που διακρίνονται μεταξύ των εννοιών σε κάθε κατηγορία. Τα παιδιά, με βάση τις υποκειμενικές εντυπώσεις και απόψεις για τον κόσμο, αλλά και τα αντιληπτικά χαρακτηριστικά των στοιχείων, αρχίζουν να ταξινομούν όμοια αντικείμενα ως προς την μορφή, την λειτουργία ή την κίνηση τους, πχ ταξινομούν ως αυτοκίνητα το λεωφορείο και το μηχανάκι, λόγω της κίνησης τους, ή το μήλο και την ντομάτα ως όμοια κόκκινα φαγητά.
Με την αύξηση του λεξιλογίου, το σημασιολογικό σύστημα των παιδιών γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκο. Ο ρυθμός αυτής της κατάκτησης ποικίλει από παιδί σε παιδί, δηλαδή σε ορισμένα παιδιά είναι γρήγορος, ενώ σε άλλα παραμένει αργός. Κάποια παιδιά δείχνουν ανίκανα να συλλάβουν το νόημα ακόμη και απλών λέξεων, ή μπορεί να κατανοούν μια έννοια σε μια φράση και όχι σε κάποια άλλη, πχ ξέρουν τι σημαίνει καλός, αλλά μπορεί να μην κατανοήσουν τι σημαίνει καλοσυνάτη συμπεριφορά. Είναι σαφές, λοιπόν ότι τα παιδιά συγκροτούν σταδιακά την έννοια μιας λέξης ακούγοντας την έτσι όπως χρησιμοποιείται σε διάφορες περιστάσεις και με διαφορετικούς τρόπους.
Όταν το παιδί δυσκολεύεται να βάλει σε μια τάξη το λεξιλόγιο του και κατ’ επέκταση να μπορεί να ανακαλέσει, δηλαδή να θυμηθεί την λέξη που θέλει να πει, είναι λόγω της ελλειμματικής σημασιολογικής οργάνωσης. Συνεπώς, η ικανότητα του παιδιού να εκφράζεται προφορικά ή / και να αντιλαμβάνεται γλωσσικά ερεθίσματα, πιθανώς είναι μικρότερη από αυτή που αντιστοιχεί στην ηλικία του.
Γνωστικοί μηχανισμοί κατάκτησης του λεξιλογίου, που πραγματοποιούνται μετά τον 2ο χρόνο, εντοπίζονται στην ταξινόμηση των εννοιών σε κατηγορίες και τις σχέσεις που διακρίνονται μεταξύ των εννοιών σε κάθε κατηγορία. Τα παιδιά, με βάση τις υποκειμενικές εντυπώσεις και απόψεις για τον κόσμο, αλλά και τα αντιληπτικά χαρακτηριστικά των στοιχείων, αρχίζουν να ταξινομούν όμοια αντικείμενα ως προς την μορφή, την λειτουργία ή την κίνηση τους, πχ ταξινομούν ως αυτοκίνητα το λεωφορείο και το μηχανάκι, λόγω της κίνησης τους, ή το μήλο και την ντομάτα ως όμοια κόκκινα φαγητά.
Με την αύξηση του λεξιλογίου, το σημασιολογικό σύστημα των παιδιών γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκο. Ο ρυθμός αυτής της κατάκτησης ποικίλει από παιδί σε παιδί, δηλαδή σε ορισμένα παιδιά είναι γρήγορος, ενώ σε άλλα παραμένει αργός. Κάποια παιδιά δείχνουν ανίκανα να συλλάβουν το νόημα ακόμη και απλών λέξεων, ή μπορεί να κατανοούν μια έννοια σε μια φράση και όχι σε κάποια άλλη, πχ ξέρουν τι σημαίνει καλός, αλλά μπορεί να μην κατανοήσουν τι σημαίνει καλοσυνάτη συμπεριφορά. Είναι σαφές, λοιπόν ότι τα παιδιά συγκροτούν σταδιακά την έννοια μιας λέξης ακούγοντας την έτσι όπως χρησιμοποιείται σε διάφορες περιστάσεις και με διαφορετικούς τρόπους.
Όταν το παιδί δυσκολεύεται να βάλει σε μια τάξη το λεξιλόγιο του και κατ’ επέκταση να μπορεί να ανακαλέσει, δηλαδή να θυμηθεί την λέξη που θέλει να πει, είναι λόγω της ελλειμματικής σημασιολογικής οργάνωσης. Συνεπώς, η ικανότητα του παιδιού να εκφράζεται προφορικά ή / και να αντιλαμβάνεται γλωσσικά ερεθίσματα, πιθανώς είναι μικρότερη από αυτή που αντιστοιχεί στην ηλικία του.
Παιδιά ηλικίας 2-3 χρονών δυσκολεύονται να κατανοήσουν και να εκτελέσουν απλές, συγκεκριμένες οδηγίες πχ πιάσε το αυτί σου ή πιάσε το γόνατο σου, καθώς δεν κατανοούν την αντίστοιχη σημασία των λέξεων στην φράση. Συνεπώς δυσκολεύονται να διατηρήσουν τις λέξεις και να τις επεξεργαστούν. Ακόμη, αδυνατούν να ονοματίσουν αντικείμενα ή να σχηματίσουν απλές φράσεις 2-3 λέξεων.
Παιδιά γύρω στα 5- 6 χρονών, δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις αφηρημένες έννοιες και τις ποικίλες σημασίες μιας λέξης, πχ κλωτσάω την μπάλα και κλωτσάω την τύχη. Πιο συγκεκριμένα, παρουσιάζουν ελλείμματα στις μεταφορικές έννοιες, όπως πχ στις παρομοιώσεις (π.χ. Γρήγορος σαν αστραπή), στις μεταφορές (π.χ. χρυσή καρδιά) και στις παροιμίες(π.χ. καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται). Επιπλέον, παρουσιάζουν δυσκολίες στην εύρεση συνώνυμων λέξεων (π.χ. ωραίος-όμορφος) και αντίθετων (π.χ. καλός-κακός). Επιπλέον κατά την προφορική έκφραση, χρησιμοποιούν συχνά αόριστες αντωνυμίες π.χ. εκείνο, εδώ, αυτό, καθώς δυσκολεύονται να ανακαλέσουν την σωστή λέξη και χρησιμοποιούν περιφραστικό λόγο πχ αυτός που φτιάχνει το ψωμί, αντί φούρναρης. Επίσης, δυσκολεύονται να περιγράψουν έννοιες και να διατυπώσουν ορισμούς πχ τι είναι γείτονας, ή άγουρος, καθώς δεν έχουν κατανοήσει το ακριβές νόημα των λέξεων και χρησιμοποιούν συχνά λέξεις με γενική σημασία, πχ κάνω μπάνιο, αντί πλένομαι ή κάνω τα μαλλιά μου, αντί χτενίζομαι.
Τα παιδιά που αξιολογήθηκαν λογοθεραπευτικά και διαγνώστηκαν με δυσκολίες στο εκφραστικό ή/και στο αντιληπτικό λεξιλόγιο, χρειάστηκε να ξεκινήσουν λογοθεραπεία, καθώς το φτωχό λεξιλόγιο, χωρίς την στοχευμένη παρέμβαση του λογοθεραπευτή, δεν θα εμπλουτιστεί αυτόματα. Στα πλαίσια ενός λογοθεραπευτικού προγράμματος, το παιδί θα βοηθηθεί να χτίσει το λεξιλόγιο του με δομημένο τρόπο, κατά κατηγορίες, θεματικές ενότητες, μέσα από εικόνες και άλλα σχετικά γλωσσικά υλικά, πχ ποιήματα. Ώστε να βελτιωθεί η συμβολική σκέψη, καθώς η εικόνα αποτελεί το πέρασμα από τη συγκεκριμένη στην αφηρημένη σκέψη. Το εμπλουτισμένο λεξιλόγιο του θα το βοηθήσει να ανακαλεί γρηγορότερα σχετικές λέξεις, να μπορεί να περιγράφει και να αφηγείται, να αιτιολογεί καταστάσεις και αργότερα να επιχειρηματολογεί, στον προφορικό αλλά και γραπτό λόγο. Συνεπώς είναι ένα εφόδιο που θα χρειαστεί στο σχολείο. Παράλληλα, εξασκείται και η μνήμη εργασίας, μέσα από συγκράτηση, επεξεργασία γλωσσικού υλικού, η οποία και μετατρέπεται σε μακρόχρονη μνήμη με την εξάσκηση και την επανάληψη.
Ο λόγος είναι η κύρια ικανότητα που διαφοροποιεί τους ανθρώπους από τους υπόλοιπους ζώντες οργανισμούς. Επίσης, οι γλωσσικές ικανότητες του κάθε ανθρώπου αποτελούν σημαντικό δείκτη της μόρφωσης του. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και σήμερα, παρά την απλούστευση της γλώσσας, χάριν της ταχύτητας και της τεχνολογίας, η επάρκεια της γλώσσας αποτελεί δείκτης καλής μόρφωσης και παιδείας.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου