- Έξι μηνών σφιγγόταν με όλη της τη δύναμη στην αγκαλιά της μητέρας της, αλλά δέκα μηνών ξεκίνησε να την γρατζουνά «σαν παγιδευμένο ζώο». Η φυσιολογική επαφή μαζί της ήταν αδύνατη.
- Στην ηλικία των δύο ετών θυμάται ότι τα αυτιά της λειτουργούσαν σαν μικρόφωνα, μεταφέροντας την κάθε λεπτομέρεια με την ένταση στο μέγιστο. Το ίδιο συνέβαινε με όλες τις αισθήσεις της. Το παιδί κατακλυζόταν από ανυπόφορα (λόγω της έντασης) ερεθίσματα.
- Στα τρία της άρχισε να γίνεται καταστροφική και βίαιη. Χρησιμοποιούσε τα κόπρανα της αντί για πλαστελίνη και μετά πετούσε τα έργα της ολόγυρα στο δωμάτιο. Μασούσε τα κομμάτια του παζλ και έφτυνε το πολτοποιημένο χαρτόνι (ένας ευφάνταστος τρόπος για να «ενώσεις τα κομμάτια»).
- Ως παιδί δεν μπόρεσε να αποκτήσει φίλους. Ενώ τη θαύμαζαν για την εξυπνάδα της, ποτέ δεν την έκαναν δεκτή ως μέλος της κοινότητας τους, αφού η Τεμπλ δεν μπορούσε να συμπεριφερθεί όπως και εκείνοι.
- Άρχισε να οραματίζεται, από πέντε χρονών, μια μαγική μηχανή που θα την έσφιγγε δυνατά, αλλά και τρυφερά, σαν μια αγκαλιά.Όταν είδε ένα συσφιγκτικό αγωγό, που χρησιμοποιείται για την καθήλωση των βοοειδών, κατάλαβε ότι είχε βρει τη μαγική της μηχανή.
- Ενώ δεν μπορούσε να κατανοήσει την κοινωνική γλώσσα –τους υπαινιγμούς, την ειρωνεία, τις μεταφορές, τα αστεία, τα θεωρούμενα ως δεδομένα- βρήκε στη γλώσσα της επιστήμης και της τεχνολογίας μια απέραντη ανακούφιση. Ήταν ξεκάθαρη, ρητή, και δεν βασιζόταν σε εξαρτημένες ή μη δηλωμένες παραδοχές.
- Ενώ η Τεμπλ σκεφτόταν πάντα με εικόνες, δεν είχε φανταστεί ότι θα μπορούσε να σχεδιάζει, μέχρι τα είκοσι οκτώ της, οπότε συνάντησε έναν σχεδιαστή και τον παρατήρησε να κάνει σχέδια. Δεν χρειάστηκε να ακολουθήσει μαθήματα. Πήγε και αγόρασε μολύβια και εργαλεία (ακριβώς τα ίδια με εκείνα που χρησιμοποιούσε ο σχεδιαστής) και –απλά- ξεκίνησε να σχεδιάζει.
- Η Τεμπλ δεν στερείται αισθημάτων ούτε έχει κάποια αδυναμία συμπάθειας. Η αίσθηση της για τις διαθέσεις και τα αισθήματα των ζώων είναι τόσο ισχυρή που, μερικές φορές, σχεδόν τη διακατέχει, την συγκλονίζει. Μπορεί να νιώσει συμπάθεια για κάτι φυσικό -όπως τον πόνο και τον τρόμο του ζώου- αλλά στερείται συμπάθειας για τις καταστάσεις του νου.
- Η Τεμπλ δεν έμαθε να είναι φυσιολογική, προσπαθεί να συμπεριφέρεται ως τέτοια. Η φυσιολογικότητα της είναι ένα είδος βιτρίνας, την οποία κατασκεύασε νοητικά για να προσαρμοστεί στους ανθρώπους -και να την αποδεχτούν ως άνθρωπο. Γνωρίζει τους κανόνες και τις συμβάσεις των φυσιολογικών, αλλά δεν τους έχει πραγματικά προσλάβει. Έμαθε, κατά κάποιον τρόπο, να πιθηκίζει την ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά εξακολουθεί να μην αντιλαμβάνεται τι υπάρχει πίσω από τις κοινωνικές συμβάσεις.
- “Το μυαλό μου μοιάζει με CD-ROM μέσα σε έναν υπολογιστή και οι αναμνήσεις με βιντεοταινία ταχείας πρόσβασης. Από τη στιγμή που θα τη φτάσω πρέπει να παίξω ολόκληρο το κομμάτι, το ίδιο ακριβώς κάθε φορά.”
- “Όταν είμαι με τα μοσχάρια νιώθω ότι είμαι στο σπίτι μου”, λέει η Τεμπλ. Και εκείνα αισθάνονται το ίδιο για εκείνη. Όσο παράδοξο και να ακούγεται η Τεμπλ δεν είναι χορτοφάγος ούτε μάχεται για την επικράτηση της χορτοφαγίας.
- Η Τεμπλ δεν έχει κάνει ποτέ ερωτική σχέση με κάποιον ούτε έχει ερωτευτεί ποτέ. Το αίσθημα του έρωτα, για το οποίο ακούει συνεχώς, είναι κάτι που δεν μπορεί να καταλάβει. “Και η αγάπη;” “Τι σημαίνει: Να αγαπάς;” “Να νοιάζεσαι για κάποιον άλλον…” απαντάει εκείνη. “Νομίζω ότι πρέπει να έχει μέσα του κάτι από ευγένεια και καλοσύνη.” Αλλά δεν είναι βέβαιη γι” αυτή την τόσο δύσκολη έννοια.
Από το βιβλίο του Όλιβερ Σακς, “Ένας ανθρωπολόγος στον Άρη”
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου