Το νήπιο συγκρινόμενο με το βρέφος, παρουσιάζει καταφανή νοητική υπεροχή. Αρχίζει να εισέρχεται στην περίοδο της συμβολικής – παραστατικής λειτουργίας και της νοητικής διανόησης, αποκλειστικό γνώρισμα της ανθρώπινης νοημοσύνης. Συγκρινόμενο όμως το νήπιο με παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας ή με έναν ώριμο ενήλικα, σαφώς παρουσιάζει πλείστες και σημαντικές νοητικές απώλειες.
Η σκέψη του νήπιου χαρακτηρίζεται από τα εξής:
Η σκέψη του νήπιου χαρακτηρίζεται από τα εξής:
2) Οι συλλογισμοί του είναι μεταγωγικοί, δηλαδή ούτε επαγωγικοί (από το μερικό στο γενικό) ούτε παραγωγικοί (από το γενικό στο μερικό) αλλά από το μερικό στο μερικό χωρίς λογική σύνδεση. Π.χ.
«Δεν κοιμήθηκα ακόμη, άρα δεν είναι ακόμη βράδυ»
«Αν κόψουμε το δέντρο, θα σταματήσει ο αέρας»
«Το δέντρο είναι χαρούμενο, γιατί η γίδα γέννησε κατσικάκι»
«Μπαμπά, κόψε αυτό το πεύκο, που κάνει τον αέρα», όταν το κόψεις και πέσει κάτω, ο αέρας θα γίνει καλός και η μαμά θα με αφήσει να βγω έξω να παίξω».
Οι αυθαίρετες αυτές γενικεύσεις της μεταγωγικής σκέψης μειώνονται κατά το 5ο – 6ο έτος της ηλικίας που το παιδί αναπτύσσει ένα σύστημα επαρκούς οργάνωσης και ταξινόμησης.
3) Η σκέψη του νηπίου είναι εγωκεντρική. Έχει δηλαδή την τάση να αντιλαμβάνεται και να ερμηνεύει τα πράγματα αποκλειστικά με βάση τη δική του προσωπική σκοπιά. Είναι ανίκανο να πάρει τη θέση κάποιου άλλου προσώπου και να καταλάβει ότι η δική του σκέψη είναι μια από τις πολλές πιθανές σκέψεις. Σαφώς δεν πρόκειται για εγωισμό αλλά για μια γνωστική αδυναμία του νηπίου, μια ασυνείδητη τάση να μεταφράζει τα πάντα βάσει προσωπικών βιωμάτων . Ο εγωκεντρικός χαρακτήρας της σκέψης του γίνεται εμφανής συνεχώς , π.χ. παραδέχεται ότι ο Γιώργος είναι αδερφός του αλλά δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι και ο Γιώργος έχει αδερφό.
4) Η σκέψη του νηπίου επικεντρώνεται σε ένα μόνο χαρακτηριστικό κάθε φορά. Η σκέψη του προσκολλάται σε ένα μόνο στοιχείο του προβλήματος και αγνοεί άλλα σημαντικά. Το χαρακτηριστικό το οποίο αιχμαλωτίζει την προσοχή του παιδιού είναι συνήθως ένα περίοπτο αντιληπτό στοιχείο που στιγμιαία κυριάρχησε στην αντίληψη του παιδιού. Η μονοσήμαντη αυτή αντιμετώπιση της πραγματικότητας οδηγεί σε αντιφάσεις και ασυνέπειες.
Σύμφωνα με ένα γνωστό πείραμα του Piaget:
Δείξτε στο παιδί δύο όμοια ποτήρια με ίδια ποσότητα νερού μέσα. Το παιδί όντως θα διαβεβαιώσει ότι υπάρχει και στα δύο ποτήρια ίδια ποσότητα νερού. Αδειάστε το νερό σε ένα διαφορετικό ποτήρι. Το παιδί τότε θα αρνηθεί ότι υπάρχει η ίδια ποσότητα νερού στα δύο ποτήρια. Ποιο θα υποστηρίξει ότι έχει το περισσότερο νερό εξαρτάται από ποιο χαρακτηριστικό θα κυριαρχήσει στην αντίληψη του, το ύψος ή το πλάτος.
5) Η σκέψη του νηπίου δεν έχει αναστρεψιμότητα (ορολογία του Piaget). Οι νοητικές ενέργειες ενός μεγαλύτερου παιδιού και σαφώς ενός ενήλικα μπορούν να κινούνται αμφιδρομικά, δηλαδή ενώ ακολουθούν μια σειρά νοητικών μετασχηματισμών μπορούν να ακολουθήσουν την αντίστροφη πορεία και να φτάσουν στο αρχικό σημείο. Το νήπιο όμως δεν έχει αποκτήσει ακόμα την αμφιδρομικότητα στη σκέψη , οπότε δεν αντιλαμβάνεται ότι κάθε ενέργειας έχει και την αντίθετη της. Στο προηγούμενο παράδειγμα με το νερό, αν το παιδί μπορούσε να κάνει την απεικόνιση της αντίστροφης ενέργειας, δηλαδή το άδεισμα το νερού στο αρχικό ποτήρι θα μπορούσε και να αντιληφθεί τη διατήρηση της ποσότητας.
Η πρώτη εμφάνιση της αναστρεψιμότητας των συλλογισμών αρχίζει περίπου στο τέλος της προσχολικής ηλικίας, στο 6ο έτος.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου