Γυναίκες με κατάθλιψη που είναι έγκυες ή που ελπίζουν να μείνουν έγκυες ίσως θορυβηθούν από μια νέα έρευνα που δείχνει ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στη χρήση συγκεκριμένου τύπου αντικαταθλιπτικών (SSRIs), και την εμφάνιση Αυτισμού σε αγέννητα παιδιά.
Περαιτέρω έρευνα βέβαια χρειάζεται για να διαπιστωθεί μια σίγουρη συσχέτιση, ενώ οι γιατροί είπαν ότι έγκυες γυναίκες με κατάθλιψη εξακολουθούν να χρήζουν αγωγής.
Στην μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Archives of General Psychiatry, οι ερευνητές υπό την ηγεσία της Lisa Croen του ιδρύματος Kaiser Permanente της Northern California ανασκόπησαν τα ιστορικά περισσοτέρων από 1600 παιδιών, 298 από τυα οποία είχαν Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού. Βρήκαν ότι ο κίνδυνος του να αποκτηθεί ένα παιδί με διαταραχή του φάσματος του Αυτισμού ήταν περίπου διπλάσιο μεταξύ γυναικών που έκαναν χρήση αντικαταθλιπτικών το έτος πριν τη κύηση. Ο κίνδυνος αυτός ήταν ακόμα και 4 φορές μεγαλύτερος αν έκαναν λήψη στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Στον τύπο των αντικαταθλιπτικών της κατηγορίας Επιλεκτικών Αναστολέων Πρόσληψης Σεροτονίνης (SSRI) ανήκουν γνωστά φάρμακα όπως τα: Prozac, Zoloft, Paxil και Celexa.
Βέβαια, αν και τα ποσοστά αυτά ακούγονται ανησυχητικά στην αρχή, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότιδεν θα πρέπει να υπερεκτιμηθούν.
Στον γενικό πληθυσμό, έγραψαν, το πλήθος των περιστατικών (με διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού) που μπορουν να αποδωθούν στη χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα κατά την εγκυμοσύνη είναι λιγότερο από 3%. Και είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι η προγεννητική έκθεση σε αυτά είναι μάλλον απίθανο να είναι παράγοντας υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση Διαταραχών στο Φάσμα του Αυτισμού.
Τα αποτελέσματα αυτά μπορεί επίσης να αποδοθούν και σε τυχαίους παράγοντες, λένε οι επιστήμονες, καθώς από τις γυναίκες που πήραν μέρος στη μελέτη μόνο 20 λάμβαναν αντικαταθλιπτικά και απέκτησαν παιδί με Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού.
Υπάρχει επίσης έας αριθμός πιθανών εξηγήσεων για τα αποτελέσματα της έρευνας, συμπεριλαμβανομένου ενός συσχετισμού μεταξύ της κατάθλιψης και των Διαταραχών Φάσματος Αυτισμού, καθώς επίσης και της πιθανότητας της έκθεσης σε αντικαταθλιπτικά μέσω του θηλασμού.
Αν και συνέστησαν προσοχή στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων, είπαν ότι πιστεύουν πως τα αποτελέσματα πράγματι υποδηλώνουν μια έστω και αδύναμη σχέση μεταξύ των αντικαταθλιπτικών και του Αυτισμού."Περαιτέρω μελέτες χρειάζονται για να αναπαραχθούν και να επεκταθούν τα ευρήματα αυτά" είπαν.
Οι ερευνητές καθώς και άλλοι ειδικοί στον Αυτισμό επισημαίνουν την σημασία εξισορόπησης των αναγκών μιας μητέρας σε κατάθλιψη ενάντια στη βλάβη που θα μπορούσε να προκληθεί στο έμβρυο με τα αντικαταθλιπτικά.
Η κατάθλιψη λένε, δεν θα πρέπει να αγνοείται - και οι έγκυες που θα διακόψουν τη λήψη αντικαταθλιπτικών που πραγματικά χρειάζονται θα εχουν υποπέσει σε λάθος. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι πρώτα απ' όλα θα πρέπει να συμβουλευθούν το γιατρό τους.
"Σε γενικές γραμμές, πιστεύω ότι οι περισσότεροι αποθαρρύνουν γυναίκες που σκέφτοναι την εγκυμοσύνη να αποφύγουν τη χρήση φαρμάκων που δεν είναι απαραίτητα, αλλά τα οφέλη των αντικαταθλιπτικών τύπου SSRI για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης και ως εναλλακτικές λύσεις σε άλλα μέτρα θα πρέπει να αξιολογούνται σε ατομική βάση" είπε η Catherine Lord, Διευθύντρια του κέντρου Διαταραχών Αυτισμού και Επικοινωνίας του Παν/μίου του Michiganστη δημοσιογράφο Ann Arbor.
"Η έντονη κατάθλιψη είναι μια σοβαρή ασθένεια και οι συσχετισμοί (σ' αυτή τη μελέτη), αν και στατιστικώς σημαντικοί δεν είναι αρκετοί για να το αλλάξουν" είπε ο Δρ. Shlomo Shinnar, καθηγητής Νευρολογίας, Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας Δημόσιας Υγιεινής στο Κέντρο Montefiore Medical Center στη Νέα Υόρκη.
"Οι επιστήμονες υγείας θα πρέπει να σκέφτοναι πρώτα τη δοκιμαστική θεραπεία ή τη συμβουλευτική πριν εισαγάγουν μια έγκυο γυναίκα σε αγωγή με αντικαταθλιπτικά τύπου SSRI" είπε η Δρ. Susan L. Hyman, καθηγήτρια Παιδιατρικής στο Νοσοκομείο Παίδων Golisano στο Ιατρικό Κέντρο του Παν/μίου Rochester, της N.Y.
Τρεις παρελθούσες έρευνες υπολόγισαν ότι περίπου 90% του κινδύνου εκδήλωσης αυτισμού μπορούν να αποδοθούν σε γονίδια. Οι ερευνητές όμως των οποίων ηγείται ο Δρ. Joachim Hallmayer, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Stanford στο Palo Alto της California, συνέκρινε 192 ζεύγη διδύμων -περιπτώσεις όπου το ένα μόνο εκ των διδύμων είχε αυτισμό ενώ το άλλο όχι. Συμπεριλήφθηκαν τόσο ομοζυγωτικά όσο και ετεροζυγωτικά δίδυμα.
"Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που είναι κοινοί σε δίδυμα εξηγούν μόνο το 58% των ευθυνών για αυτισμό" έγραψαν οι συγγραφείς της μελέτης. "Αν και οι γενετικοί παράγοντες παίζουν έναν επίσης σημαντικό ρόλο, εν τούτοις είναι σημαντικά χαμηλότερου βεληνεκούς απ' ότι υπολόγιζαν προηγούμενες μελέτες αυτισμού σε δίδυμα.
Όμως το τί ακριβώς είναι αυτοί οι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση είπε ο Hallmayer.
Ειδικοί που δεν είχαν ανάμιξη σ' αυτή τη μελέτη είπαν ότι προσθέτει πολλά στην ολοένα και διογκούμενη βιβλιογραφία που υποδηλώνει ότι μη-γενετικοί παράγοντες επηρεάζουν έντονα την ανάπτυξη του αυτισμού. "Αυτό δείχνει ιδιαίτερα σημαντικό καθώς οι αναφορές του έντονα αυξανόμενου αυτισμού θα ήταν δύσκολο να εξηγηθούν με αυστηρά γενετικά αίτια" είπε ο Δρ. David Beversdorf, καθηγητής του Παν/μίου του Missouri στην Columbia. Κατά τα 30 προηγούμενα έτη, ο αριθμός των παιδιών με αυτισμό έχει αυξηθεί από περίπου 4 στα 10.000 σε περίπου 40 στα 10.000
Αυτοί οι περιβαλλοντικοί παράγοντες δείχνουν να έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή κατά τη διάρκεια της κυοφορίας."Επηρρεάζουν κατά τη διάρκεια που ο εγκέφαλος υπόκειται την μεγαλύτερη και ταχύτερη ανάπτυξή του και έχει κύτταρα σε διαφορετικά επίπεδα ωρίμανσης, ως εκ τούτου δυνητικά πιο ευαίσθητος σε συγκεκριμένους στρεσογόνους παράγοντες" λέει ο Δρ. Max Wiznitzer, καθηγητής Παδιατρικής Νευρολογίας της Ιατρικής Σχολής του στο Παν/μίου Case Western Reserve University στο Cleveland. "Γι' αυτό κατά τη γνώμη μου το περιβάλλον ΕΙΝΑΙ Η ΜΗΤΡΑ".
Καθ' όσον όλο και περισσότερες έρευνες συνεισφέρουν στην κατανόηση του πού ακριβώς βρίσκεται ο αυτισμός μεταξύ φύσης-ανατροφής, υπάρχουν πολλά ακόμα που έχουμε να μάθουμε σχετικά με το ακριβώς είναι οι γενετικοί και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες και κατά πόσον αλληλεπιδρούν.
"Είναι μια πολύ σημαντική περιοχή έρευνας για το μέλλον αλλά η παρούσα γνώση μας δεν μας επιτρέπει να κάνουμε υποθέσεις σχετικά με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες και πώς μπορούμε να μειώσουμε τους κινδύνους" λέει ο καθηγητής Beversdorf.
Δείτε εδώ το πρωτότυπο άρθρο από το abc News.
Περαιτέρω έρευνα βέβαια χρειάζεται για να διαπιστωθεί μια σίγουρη συσχέτιση, ενώ οι γιατροί είπαν ότι έγκυες γυναίκες με κατάθλιψη εξακολουθούν να χρήζουν αγωγής.
Στην μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Archives of General Psychiatry, οι ερευνητές υπό την ηγεσία της Lisa Croen του ιδρύματος Kaiser Permanente της Northern California ανασκόπησαν τα ιστορικά περισσοτέρων από 1600 παιδιών, 298 από τυα οποία είχαν Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού. Βρήκαν ότι ο κίνδυνος του να αποκτηθεί ένα παιδί με διαταραχή του φάσματος του Αυτισμού ήταν περίπου διπλάσιο μεταξύ γυναικών που έκαναν χρήση αντικαταθλιπτικών το έτος πριν τη κύηση. Ο κίνδυνος αυτός ήταν ακόμα και 4 φορές μεγαλύτερος αν έκαναν λήψη στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Στον τύπο των αντικαταθλιπτικών της κατηγορίας Επιλεκτικών Αναστολέων Πρόσληψης Σεροτονίνης (SSRI) ανήκουν γνωστά φάρμακα όπως τα: Prozac, Zoloft, Paxil και Celexa.
Βέβαια, αν και τα ποσοστά αυτά ακούγονται ανησυχητικά στην αρχή, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότιδεν θα πρέπει να υπερεκτιμηθούν.
Στον γενικό πληθυσμό, έγραψαν, το πλήθος των περιστατικών (με διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού) που μπορουν να αποδωθούν στη χρήση αντικαταθλιπτικών από τη μητέρα κατά την εγκυμοσύνη είναι λιγότερο από 3%. Και είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι η προγεννητική έκθεση σε αυτά είναι μάλλον απίθανο να είναι παράγοντας υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση Διαταραχών στο Φάσμα του Αυτισμού.
Τα αποτελέσματα αυτά μπορεί επίσης να αποδοθούν και σε τυχαίους παράγοντες, λένε οι επιστήμονες, καθώς από τις γυναίκες που πήραν μέρος στη μελέτη μόνο 20 λάμβαναν αντικαταθλιπτικά και απέκτησαν παιδί με Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού.
Υπάρχει επίσης έας αριθμός πιθανών εξηγήσεων για τα αποτελέσματα της έρευνας, συμπεριλαμβανομένου ενός συσχετισμού μεταξύ της κατάθλιψης και των Διαταραχών Φάσματος Αυτισμού, καθώς επίσης και της πιθανότητας της έκθεσης σε αντικαταθλιπτικά μέσω του θηλασμού.
Αν και συνέστησαν προσοχή στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων, είπαν ότι πιστεύουν πως τα αποτελέσματα πράγματι υποδηλώνουν μια έστω και αδύναμη σχέση μεταξύ των αντικαταθλιπτικών και του Αυτισμού."Περαιτέρω μελέτες χρειάζονται για να αναπαραχθούν και να επεκταθούν τα ευρήματα αυτά" είπαν.
Οι ερευνητές καθώς και άλλοι ειδικοί στον Αυτισμό επισημαίνουν την σημασία εξισορόπησης των αναγκών μιας μητέρας σε κατάθλιψη ενάντια στη βλάβη που θα μπορούσε να προκληθεί στο έμβρυο με τα αντικαταθλιπτικά.
Η κατάθλιψη λένε, δεν θα πρέπει να αγνοείται - και οι έγκυες που θα διακόψουν τη λήψη αντικαταθλιπτικών που πραγματικά χρειάζονται θα εχουν υποπέσει σε λάθος. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι πρώτα απ' όλα θα πρέπει να συμβουλευθούν το γιατρό τους.
"Σε γενικές γραμμές, πιστεύω ότι οι περισσότεροι αποθαρρύνουν γυναίκες που σκέφτοναι την εγκυμοσύνη να αποφύγουν τη χρήση φαρμάκων που δεν είναι απαραίτητα, αλλά τα οφέλη των αντικαταθλιπτικών τύπου SSRI για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης και ως εναλλακτικές λύσεις σε άλλα μέτρα θα πρέπει να αξιολογούνται σε ατομική βάση" είπε η Catherine Lord, Διευθύντρια του κέντρου Διαταραχών Αυτισμού και Επικοινωνίας του Παν/μίου του Michiganστη δημοσιογράφο Ann Arbor.
"Η έντονη κατάθλιψη είναι μια σοβαρή ασθένεια και οι συσχετισμοί (σ' αυτή τη μελέτη), αν και στατιστικώς σημαντικοί δεν είναι αρκετοί για να το αλλάξουν" είπε ο Δρ. Shlomo Shinnar, καθηγητής Νευρολογίας, Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας Δημόσιας Υγιεινής στο Κέντρο Montefiore Medical Center στη Νέα Υόρκη.
"Οι επιστήμονες υγείας θα πρέπει να σκέφτοναι πρώτα τη δοκιμαστική θεραπεία ή τη συμβουλευτική πριν εισαγάγουν μια έγκυο γυναίκα σε αγωγή με αντικαταθλιπτικά τύπου SSRI" είπε η Δρ. Susan L. Hyman, καθηγήτρια Παιδιατρικής στο Νοσοκομείο Παίδων Golisano στο Ιατρικό Κέντρο του Παν/μίου Rochester, της N.Y.
Το περιβάλλον παίζει μεγαλύτερο ρόλο από τα γονίδια
Μια άλλη μελέτη βρήκε ότι μεταξύ διδύμων το περιβάλλον παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην ανάπτυξη του αυτισμού απ' ότι τα γονίδια, ένα αξιόλογο εύρημα που φωτίζει προηγούμενες έρευνες.Τρεις παρελθούσες έρευνες υπολόγισαν ότι περίπου 90% του κινδύνου εκδήλωσης αυτισμού μπορούν να αποδοθούν σε γονίδια. Οι ερευνητές όμως των οποίων ηγείται ο Δρ. Joachim Hallmayer, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Stanford στο Palo Alto της California, συνέκρινε 192 ζεύγη διδύμων -περιπτώσεις όπου το ένα μόνο εκ των διδύμων είχε αυτισμό ενώ το άλλο όχι. Συμπεριλήφθηκαν τόσο ομοζυγωτικά όσο και ετεροζυγωτικά δίδυμα.
"Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που είναι κοινοί σε δίδυμα εξηγούν μόνο το 58% των ευθυνών για αυτισμό" έγραψαν οι συγγραφείς της μελέτης. "Αν και οι γενετικοί παράγοντες παίζουν έναν επίσης σημαντικό ρόλο, εν τούτοις είναι σημαντικά χαμηλότερου βεληνεκούς απ' ότι υπολόγιζαν προηγούμενες μελέτες αυτισμού σε δίδυμα.
Όμως το τί ακριβώς είναι αυτοί οι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση είπε ο Hallmayer.
Ειδικοί που δεν είχαν ανάμιξη σ' αυτή τη μελέτη είπαν ότι προσθέτει πολλά στην ολοένα και διογκούμενη βιβλιογραφία που υποδηλώνει ότι μη-γενετικοί παράγοντες επηρεάζουν έντονα την ανάπτυξη του αυτισμού. "Αυτό δείχνει ιδιαίτερα σημαντικό καθώς οι αναφορές του έντονα αυξανόμενου αυτισμού θα ήταν δύσκολο να εξηγηθούν με αυστηρά γενετικά αίτια" είπε ο Δρ. David Beversdorf, καθηγητής του Παν/μίου του Missouri στην Columbia. Κατά τα 30 προηγούμενα έτη, ο αριθμός των παιδιών με αυτισμό έχει αυξηθεί από περίπου 4 στα 10.000 σε περίπου 40 στα 10.000
Αυτοί οι περιβαλλοντικοί παράγοντες δείχνουν να έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή κατά τη διάρκεια της κυοφορίας."Επηρρεάζουν κατά τη διάρκεια που ο εγκέφαλος υπόκειται την μεγαλύτερη και ταχύτερη ανάπτυξή του και έχει κύτταρα σε διαφορετικά επίπεδα ωρίμανσης, ως εκ τούτου δυνητικά πιο ευαίσθητος σε συγκεκριμένους στρεσογόνους παράγοντες" λέει ο Δρ. Max Wiznitzer, καθηγητής Παδιατρικής Νευρολογίας της Ιατρικής Σχολής του στο Παν/μίου Case Western Reserve University στο Cleveland. "Γι' αυτό κατά τη γνώμη μου το περιβάλλον ΕΙΝΑΙ Η ΜΗΤΡΑ".
Καθ' όσον όλο και περισσότερες έρευνες συνεισφέρουν στην κατανόηση του πού ακριβώς βρίσκεται ο αυτισμός μεταξύ φύσης-ανατροφής, υπάρχουν πολλά ακόμα που έχουμε να μάθουμε σχετικά με το ακριβώς είναι οι γενετικοί και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες και κατά πόσον αλληλεπιδρούν.
"Είναι μια πολύ σημαντική περιοχή έρευνας για το μέλλον αλλά η παρούσα γνώση μας δεν μας επιτρέπει να κάνουμε υποθέσεις σχετικά με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες και πώς μπορούμε να μειώσουμε τους κινδύνους" λέει ο καθηγητής Beversdorf.
Δείτε εδώ το πρωτότυπο άρθρο από το abc News.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου