Ερευνητές προσπαθούν να κατανοήσουν τους μηχανισμούς μέσα από τους οποίους ο ξαφνικός θάνατος ενός γονιού, επηρεάζει τα παιδιά και τους εφήβους.
Περισσότερα από τα μισά παιδιά και τους εφήβους θα προσαρμοστούν στην ξαφνική απώλεια του γονιού μέσα σε ένα χρόνο. Άλλοι ωστόσο θα δυσκολευτούν να διαχειριστούν αυτή την απώλεια και ίσως αντιμετωπίσουν μεγαλύτερο κίνδυνο κατάθλιψης, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 182 παιδιά και εφήβους ηλικίας 7 έως 18 που υπέστησαν το ξαφνικό χαμό κάποιου γονειού από αυτοκτονία, ατύχημα ή άλλες αιφνίδιες αιτίες.
Οι ερευνητές εξέτασαν τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά και ο γονιός που ζει αντιμετωπίζουν την απώλεια σε διάστημα 8,5 εβδομάδων μετά τον χαμό, αλλά και σε δεύτερη φάση, ένα με δυο χρόνια μετά το θάνατο.
Για το 58.8%), των παιδιών και εφήβων, το πένθος παρουσίαζε μειωτική πορεία για 9 με 21 μήνες και μετά παρέμενε χαμηλό.
Ωστόσο, πολλά παιδιά ένιωθαν παρατεταμένη θλίψη μετά την απώλεια του γονιού. Το 30.8% των παιδιών είχαν έντονη θλίψη για εννιά μήνες, ενώ για το το 10% η θλίψη παρέμενε και μετά το πέρας των δυο ετών.
Μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση παρατεταμένης θλίψης είχαν τα παιδιά με οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης ή άλλης διαταραχής στη διάθεση. Το ίδιο ίσχυε και για τα παιδιά των οποίων οι εν ζωή γονείς είχαν δυσκολίες αντιμετώπισης του θανάτου του συντρόφου τους.
Οι ερευνητές καταλήγουν στο εξής σημαντικό συμπέρασμα: γνωρίζοντας ποιά παιδιά και ποιοί έφηβοι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ή προδιάθεση για εμφάνιση παρατεταμένης θλίψης ή κατάθλιψης, μπορεί να βελτιωθούν οι μεθόδοι πρόληψης και θεραπείας με συμβουλευτική που μάλιστα είναι προτιμότερο να έχει οικογενειακό και όχι ατομικό χαρακτήρα.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου